Ολοκληρώνοντας μάλλον καθυστερημένα, αφού έχει εκδοθεί εδώ και τρεις μήνες, την ανάγνωση του συλλογικού εκδοτικού εγχειρήματος «Κομπρεσέρ» διαπίστωσα ότι μου είχε αποτυπωθεί η τελευταία φράση της σελίδας 54 την οποία και βρίσκω εξαιρετικά επίκαιρη: «Κάπως έτσι, στο όριο υπαρκτού και φανταστικού, διαύγειας και μέθης, τα ίχνη αποτυπώνονται, η γοητεία και το μυστήριο της αστικότητας αποκαλύπτονται και η κυκλική ροή με ενδιάμεσα κατώφλια συνεχίζεται αενάως». Το κείμενο των συγγραφέων βασιζόταν στην προσέγγιση του Christian Schulz και στην τριπλή υπόσταση της αστικής εμπειρίας: Την πρακτική, τη θεωρητική και την ποιητική με ιδιαίτερη έμφαση στην τελευταία. Η πρώτη, πεδίο σχέσεων εξουσίας και μηχανισμών ελέγχου μπορεί να καθοριστεί εντόνως από το σχεδιασμό ο οποίος επηρεάζει σε ένα βαθμό και τις υπόλοιπες δύο. Ο τελευταίος, εμπεριέχει αντιφάσεις και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και πολλές φορές νομιμοποιεί ανισότητες και κοινωνικές διαφοροποιήσεις ενώ η εφαρμογή του συνήθως στην Ελλάδα καθυστερεί τόσο ώστε να ακυρώνεται από τις εξελίξεις.
Ένας τέτοιος μηχανισμός ελέγχου, χρήσιμος για την πολεοδομία και τη χωροταξία, είναι το ρυθμιστικό σχέδιο το οποίο σύμφωνα με τον ν.2508/1997[1], «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας και άλλες διατάξεις»(ΦΕΚ 124Α'/13-6-97) αποτελεί ένα επιτελικό στρατηγικό πλάνο χάραξης χωρικών πολιτικών με συγκεκριμένα κοινωνικά, οικονομικά και αναπτυξιακά πλαίσια που εντάσσεται σε ένα ενιαίο πλαίσιο με ιεραρχημένους στόχους (κυρίως αναπτυξιακούς, περιβαλλοντικούς και οικιστικούς) υλοποιήσιμους σε ένα συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα.
Σήμερα βρισκόμαστε στην τελευταία φάση διαβούλευσης των ρυθμιστικών σχεδίων και προγραμμάτων προστασίας του περιβάλλοντος για τους σημαντικότερους αστικούς πόλους της χώρας.
Θα επιμείνω στο ρυθμιστικό της Πάτρας, (44357/25.10.2005 απόφ.) όχι μόνο γιατί η πόλη βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή στην ιστορική πορεία της αμφιλεγόμενης φυσιογνωμίας της[2] αλλά και γιατί βιώνει μια μεγάλη αντίφαση που περιορίζει την ποιητική της υπόσταση: Αν και η τρίτη μεγαλύτερη παράκτια πόλη της χώρας στερείται την λιμενική της ζώνη που παραμένει περιφραγμένη και μονολειτουργική δημιουργώντας ένα φράγμα για την κοινωνική ζωή η οποία διοχετεύεται σε ένα επιβαρυμένο ιστορικό κέντρο.
Το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Πάτρας, από κοινού με τα υπόλοιπα των προαναφερθεισών πόλεων, προσπαθεί να προσεγγίσει με κανονιστικό τρόπο τον χώρο στοχεύοντας σε τρία σημεία:
-τη διεκδίκηση ενός εξωστρεφούς ανταγωνιστικού ρόλου στο ευρωπαϊκό αστικό σύστημα με έμφαση στις νέες υποδομές, στη νέα τεχνολογία και στον εξειδικευμένο τουρισμό
-τη βιώσιμη ανάπτυξη (που σημαίνει ισορροπία τριών πυλώνων: περιβάλλοντος - κοινωνίας - οικονομίας σύμφωνα με την αρμόδια υπουργό)
-τη ρύθμιση της αστικής ανάπτυξης και της δομής των πόλεων (που σημαίνει πέραν των άλλων και φραγμό στις αλόγιστες επεκτάσεις των πόλεων και στην άναρχη χρήση της γης, πάντα σύμφωνα με τα λεγόμενα της υπουργού Περιβάλλοντος)[3]
-τη βιώσιμη ανάπτυξη (που σημαίνει ισορροπία τριών πυλώνων: περιβάλλοντος - κοινωνίας - οικονομίας σύμφωνα με την αρμόδια υπουργό)
-τη ρύθμιση της αστικής ανάπτυξης και της δομής των πόλεων (που σημαίνει πέραν των άλλων και φραγμό στις αλόγιστες επεκτάσεις των πόλεων και στην άναρχη χρήση της γης, πάντα σύμφωνα με τα λεγόμενα της υπουργού Περιβάλλοντος)[3]
Φυσικά η στόχευση αυτή δεν είναι ασύνδετη με το εθνικό πρότυπο αστικής ανάπτυξης, το ΕΧΣ και τις κύριες επιλογές του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Χωρικής Ανάπτυξης (ΣΑΚΧ, 1999) καθώς και με ευρωπαϊκά προγραμματικά κείμενα χωρικής ανάπτυξης (βλ.ESPON, Ευρώπη 2000+).
Στην κάθε πόλη οι παραπάνω στόχοι εξειδικεύονται με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής και τουλάχιστον στην Πάτρα φαίνεται να διαμορφώνονται συμπλέοντας με υφιστάμενα διαρθρωτικά και συγκυριακά προβλήματα και παράλληλες μελέτες όπως την Αναθεώρηση και Επέκταση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου ή τις κατευθύνσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας (Π.Π.Χ.Σ.Α.Α) που εμφανίζονται συμβατές μεταξύ τους σε σχέση με τη βασική φιλοσοφία προσέγγισης[4] και με τις άνω κεντρικές, επιλογές αν και υπάρχουν κάποιες αντιφάσεις και ασυμβατότητες[5].
Τα θετικά του ΡΣΠ τα οποία επικροτεί και το ΤΕΕ είναι άκρως σημαντικά:
Στην κάθε πόλη οι παραπάνω στόχοι εξειδικεύονται με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής και τουλάχιστον στην Πάτρα φαίνεται να διαμορφώνονται συμπλέοντας με υφιστάμενα διαρθρωτικά και συγκυριακά προβλήματα και παράλληλες μελέτες όπως την Αναθεώρηση και Επέκταση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου ή τις κατευθύνσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας (Π.Π.Χ.Σ.Α.Α) που εμφανίζονται συμβατές μεταξύ τους σε σχέση με τη βασική φιλοσοφία προσέγγισης[4] και με τις άνω κεντρικές, επιλογές αν και υπάρχουν κάποιες αντιφάσεις και ασυμβατότητες[5].
Τα θετικά του ΡΣΠ τα οποία επικροτεί και το ΤΕΕ είναι άκρως σημαντικά:
1) Προώθηση της πολυκεντρικότητας και πρόταση δημιουργίας δεύτερου πόλου ανάπτυξης στα νότια της πόλης από την Πειραϊκή Πατραϊκή μέχρι την Πιρέλλι σε συνδυασμό με την ενιαία ανάπλαση του μετώπου της ακτής Δυμαίων
2) Περιορισμός των αστικών επεκτάσεων μόνο σε οργανωμένους υποδοχείς και αποθάρρυνση της εκτός σχεδίου δόμησης, προστατεύοντας τον υπάρχον γεωργικό χώρο.
3) Αναβάθμιση του θαλάσσιου μετώπου, προστασία όλων των αδόμητων θυλάκων του και απόδοση του στην πόλη σε συνδυασμό με την μεταφορά του λιμανιού στη νέα θέση με μεικτές χρήσεις(εμπορικές και επιβατικές) και αποσυμφόρηση των ΚΤΕΛ με μεταφορά τους εκτός του κέντρου
4) Εξυγίανση και ανάπλαση του ιστορικού κέντρου, με πεζοδρομήσεις, μονοδρομήσεις, και αύξηση των κοινόχρηστων ελεύθερων χώρων
5) Ισχυροποίηση της εξειδίκευσης στις νέες τεχνολογίες με εστίες το Πανεπιστήμιο και το Τεχνολογικό Πάρκο
2) Περιορισμός των αστικών επεκτάσεων μόνο σε οργανωμένους υποδοχείς και αποθάρρυνση της εκτός σχεδίου δόμησης, προστατεύοντας τον υπάρχον γεωργικό χώρο.
3) Αναβάθμιση του θαλάσσιου μετώπου, προστασία όλων των αδόμητων θυλάκων του και απόδοση του στην πόλη σε συνδυασμό με την μεταφορά του λιμανιού στη νέα θέση με μεικτές χρήσεις(εμπορικές και επιβατικές) και αποσυμφόρηση των ΚΤΕΛ με μεταφορά τους εκτός του κέντρου
4) Εξυγίανση και ανάπλαση του ιστορικού κέντρου, με πεζοδρομήσεις, μονοδρομήσεις, και αύξηση των κοινόχρηστων ελεύθερων χώρων
5) Ισχυροποίηση της εξειδίκευσης στις νέες τεχνολογίες με εστίες το Πανεπιστήμιο και το Τεχνολογικό Πάρκο
Τα παραπάνω, συνδυαζόμενα με την εν εξελίξει αναβάθμιση των μεταφορικών υποδομών (νέο λιμάνι, ΠΑΘΕ, Δυτικός Σιδηροδρομικός άξονας υψηλών ταχυτήτων, αεροδρόμιο Αράξου, διαγώνιος οδικός άξονας), δίνουν ενθαρρυντικά σημάδια ότι η Πάτρα ίσως να μπορέσει να αλλάξει φυσιογνωμία, να βελτιώσει και -γιατί όχι- να απαλλαγεί από χρονίζουσες παθογένειες και να ενισχύσει την παρουσία της τόσο στον εθνικό όσο και τον ευρωπαϊκό χώρο.
Για να μην παραμείνουν όμως στο επίπεδο των προθέσεων ή να αφεθούν στις διαβρωτικές δυνάμεις της αγοράς χρειάζεται ένας οριζόντιος συντονισμός[6] και μια παράλληλη συνεπής εφαρμογή. π.χ. δεν πρέπει να ισχύσουν οι παρεκκλίσεις των όρων και περιορισμών δόμησης για τις περιοχές εκτός σχεδίου ή να απαξιωθούν οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων εάν θέλουμε να συμπλεύσουμε με τις επιταγές της αειφόρου ανάπτυξης[7]. Επιπλέον, η χρηματοδότηση δεν πρέπει να επηρεαστεί από την διεθνή οικονομική κρίση και να επιτραπεί ο εκφυλισμός του προγραμματικού σχεδιασμού με υπερβολικά ελαστικές πολιτικές (ούτε βέβαια και το αντίθετο με άκαμπτες κυβερνητικές επιλογές ερήμην των εμπλεκόμενων φορέων και των κατοίκων)[8]. Και βέβαια θα πρέπει να διεκδικηθούν και να αξιοποιηθούν οι επιδοτήσεις του ΕΣΠΑ όπως και εκείνες του «πράσινου ταμείου»[9] και άλλων πηγών (για να μην τρέχουμε αργότερα σε επίδοξους μεσσίες-ιδιώτες)
Το πιο σημαντικό όμως νομίζω ότι είναι το ότι όλα αυτά πρέπει γίνουν πράξη τηρώντας συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα κάτι που είναι εξαιρετικά κρίσιμο στον σχεδιασμό (λ.χ. στην πρόσφατη παρουσίαση του ΡΣ της Θεσσαλονίκης δεν αναφέρθηκε χρονικός ορίζοντας υλοποίησης).
Η κεντρική διοίκηση και κατ' επέκταση η νέα διακυβέρνηση έχει μπροστά της όχι «άλλο ένα μεγάλο στοίχημα να κερδίσει», όπως συνήθως ακούγεται, αλλά μια υποχρέωση προς τους πολίτες της που πρέπει να τηρηθεί. Μένει να αποδειχθεί εάν θα καταφέρει να υπερβεί τους γνωστούς εντυπωσιασμούς και τα ευχολόγια και οδηγήσει την Πάτρα και τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας σε μια αλλαγή φυσιογνωμίας με σεβασμό για το ιστορικό τους παρελθόν και με επίγνωση για τη μελλοντική τους βιώσιμη ανάπτυξη.
Για να μην παραμείνουν όμως στο επίπεδο των προθέσεων ή να αφεθούν στις διαβρωτικές δυνάμεις της αγοράς χρειάζεται ένας οριζόντιος συντονισμός[6] και μια παράλληλη συνεπής εφαρμογή. π.χ. δεν πρέπει να ισχύσουν οι παρεκκλίσεις των όρων και περιορισμών δόμησης για τις περιοχές εκτός σχεδίου ή να απαξιωθούν οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων εάν θέλουμε να συμπλεύσουμε με τις επιταγές της αειφόρου ανάπτυξης[7]. Επιπλέον, η χρηματοδότηση δεν πρέπει να επηρεαστεί από την διεθνή οικονομική κρίση και να επιτραπεί ο εκφυλισμός του προγραμματικού σχεδιασμού με υπερβολικά ελαστικές πολιτικές (ούτε βέβαια και το αντίθετο με άκαμπτες κυβερνητικές επιλογές ερήμην των εμπλεκόμενων φορέων και των κατοίκων)[8]. Και βέβαια θα πρέπει να διεκδικηθούν και να αξιοποιηθούν οι επιδοτήσεις του ΕΣΠΑ όπως και εκείνες του «πράσινου ταμείου»[9] και άλλων πηγών (για να μην τρέχουμε αργότερα σε επίδοξους μεσσίες-ιδιώτες)
Το πιο σημαντικό όμως νομίζω ότι είναι το ότι όλα αυτά πρέπει γίνουν πράξη τηρώντας συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα κάτι που είναι εξαιρετικά κρίσιμο στον σχεδιασμό (λ.χ. στην πρόσφατη παρουσίαση του ΡΣ της Θεσσαλονίκης δεν αναφέρθηκε χρονικός ορίζοντας υλοποίησης).
Η κεντρική διοίκηση και κατ' επέκταση η νέα διακυβέρνηση έχει μπροστά της όχι «άλλο ένα μεγάλο στοίχημα να κερδίσει», όπως συνήθως ακούγεται, αλλά μια υποχρέωση προς τους πολίτες της που πρέπει να τηρηθεί. Μένει να αποδειχθεί εάν θα καταφέρει να υπερβεί τους γνωστούς εντυπωσιασμούς και τα ευχολόγια και οδηγήσει την Πάτρα και τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας σε μια αλλαγή φυσιογνωμίας με σεβασμό για το ιστορικό τους παρελθόν και με επίγνωση για τη μελλοντική τους βιώσιμη ανάπτυξη.
Εικόνα: Υπερτοπικές χρήσεις γης, ΖΕΑ και αστικά κέντρα για την Πάτρα σύμφωνα με το ΓΠΣ. Πηγή ΤΕΕ/ΔΕ. Σημειώνεται η παρουσία του Β αστικού πόλου (επιχειρησιακού κέντρου) και του Γ (γραμμικό υπερτοπικό κέντρο) στη νότια πλευρά της πόλης καθώς και η επέκταση του ΒΙΟΠΑ Γλαύκου στα πλαίσια της πολυκεντρικότητας.
Νικόλας Μιτζάλης, δρ.αρχιτεκτονικής ΕΜΠ
Υποσημειώσεις[1] Ο οικιστικός αυτός νόμος έρχεται να αντικαταστήσει τον ν.1337/83, τροποποιώντας τον προς μια πιο βιώσιμη αναπτυξιακή διαδικασία ευρύτερων περιοχών και διευρύνοντας τον χωρίς ριζοσπαστικές αλλαγές. Συγκεκριμένα το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωνε ο ν.1337/83 αφορούσε κυρίως επεκτάσεις σχεδίων πόλεων εντάσσοντας, ή αλλιώς νομιμοποιώντας, αυθαίρετους οικισμούς ενώ παράλληλα έθετε τις βάσεις για μια περαιτέρω εξειδίκευση του ΓΠΣ με τις δύο φάσεις πολεοδομικού σχεδιασμού. Επίσης εισάγει το ρυθμιστικό σχέδιο το ΓΠΣ και το ΣΧΟΑΠ στην πρώτη φάση ενώ αφήνει την δεύτερη ως έχει.
[2] Η Πάτρα μεταπολεμικά θυσίασε την νεοκλασική εικόνα που είχε χτίσει στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού στο βωμό της ταχύρυθμης και πρόχειρης ανοικοδόμησης, ενώ από την δεκαετία του '80 με την έντονη αποβιομηχάνιση (που ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του '90) μετατράπηκε από βιομηχανική και βιοτεχνική πόλη σε ένα ιδιόρρυθμο αστικό κέντρο παροχής υπηρεσιών. Σήμερα η πόλη διαχέεται σε μια μεγάλη έκταση και παράλληλα διαθέτει ένα πυκνοδομημένο κέντρο με σημαντικό έλλειμμα πρασίνου.
[3] Ομιλία της Τ.Μπιρμπίλη στην Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής τον Δεκέμβρη του 2010.http://www.econews.gr/2010/12/02/news-birbili-rythmistika-sxedia-polewn/
[4] Όπως το πολυκεντρικό μοντέλο ανάπτυξης, η προοπτική αναδιάρθρωσης των παραγωγικών τομέων, η διάρθρωση του οικιστικού δικτύου με βάση την βιωσιμότητα και την οικονομική και κοινωνική συνοχή καθώς και η αξιοποίηση των εκάστοτε πλεονεκτημάτων της κάθε περιοχής με έμφαση στην εξειδίκευση συγκεκριμένων κλάδων.
[5] Το τμήμα Δυτικής Ελλάδος του ΤΕΕ τον Μάιο του 2010 στις θέσεις του για το ΡΣΠ εστίασε αναλυτικά σε αυτές τις αντιφάσεις από τις οποίες θα ξεχωρίσω: 1)Την περιοχή πίσω από το Έλος της Αγυιάς. Το ΓΠΣ την προορίζει ως ΖΕΑ για τουριστικές εγκαταστάσεις ενώ το ΡΣΠ ως παραθαλάσσιο προστατευόμενο θύλακα, 2) Την ζώνη προστασίας του Παναχαϊκού όρους και 3) Τον προτεινόμενο υποδοχέα βιοτεχνίας-χονδρεμπορίου στον κόμβο του Γλαύκου και το πολεοδομικό εργαλείο θεσμοθέτησής του. Αντιφάσεις που πιστεύω ότι μπορεί να επιλυθούν με την απαραίτητη συναίνεση κάτι που αντιθέτως είναι πολύ δύσκολο να γίνει με σημαντικές ασυμβατότητες που δημιουργούνται λ.χ. με το Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο Δυτικής Ελλάδος, το οποίο χρήζει αναθεώρησης και τα ΣΧΟΟΑΠ περιφερειακών δήμων (Αντιρρίου, Ναυπάκτου, Ρίου) που προηγούνται χρονικά. Εδώ υπογραμμίζω και την επιτακτική ανάγκη αναθεώρησης των Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού & Αειφόρου Ανάπτυξης έτσι ώστε να υπάρξει μια συνάφεια με τα ΡΣ και τη μεταρρύθμιση του Καλλικράτη.
[6]Ε.Ανδρικοπούλου, Γ.Καυκαλάς, (2000), Ο νέος Ευρωπαϊκός Χώρος. Η διεύρυνση και η γεωγραφία της ευρωπαϊκής ανάπτυξης,Θεμέλιο.
[7]Η αειφορία δίνει μεν έμφαση στην αλληλεξάρτηση φυσικού περιβάλλοντος, κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, δεν μπορεί όμως οι τελευταίες να αναπτύσσονται εις βάρος του πρώτου.
[8]Βλ. ΕΜΠ, Τομέας Πολεοδομίας & Χωροταξίας, Επιστημονική Ημερίδα: «Χωρική Ανάπτυξη, Χωρικές Πολιτικές», 22/3/2010,http://www.sepox.gr
[9] Η μετεξέλιξη του ΕΤΕΡΠΣ, του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων που υποτίθεται ότι θα συλλέγει τα πρόστιμα από τα αυθαίρετα για να τα διοχετεύσει σε πολεοδομικές αποκαταστάσεις
[2] Η Πάτρα μεταπολεμικά θυσίασε την νεοκλασική εικόνα που είχε χτίσει στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού στο βωμό της ταχύρυθμης και πρόχειρης ανοικοδόμησης, ενώ από την δεκαετία του '80 με την έντονη αποβιομηχάνιση (που ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του '90) μετατράπηκε από βιομηχανική και βιοτεχνική πόλη σε ένα ιδιόρρυθμο αστικό κέντρο παροχής υπηρεσιών. Σήμερα η πόλη διαχέεται σε μια μεγάλη έκταση και παράλληλα διαθέτει ένα πυκνοδομημένο κέντρο με σημαντικό έλλειμμα πρασίνου.
[3] Ομιλία της Τ.Μπιρμπίλη στην Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής τον Δεκέμβρη του 2010.http://www.econews.gr/2010/12/02/news-birbili-rythmistika-sxedia-polewn/
[4] Όπως το πολυκεντρικό μοντέλο ανάπτυξης, η προοπτική αναδιάρθρωσης των παραγωγικών τομέων, η διάρθρωση του οικιστικού δικτύου με βάση την βιωσιμότητα και την οικονομική και κοινωνική συνοχή καθώς και η αξιοποίηση των εκάστοτε πλεονεκτημάτων της κάθε περιοχής με έμφαση στην εξειδίκευση συγκεκριμένων κλάδων.
[5] Το τμήμα Δυτικής Ελλάδος του ΤΕΕ τον Μάιο του 2010 στις θέσεις του για το ΡΣΠ εστίασε αναλυτικά σε αυτές τις αντιφάσεις από τις οποίες θα ξεχωρίσω: 1)Την περιοχή πίσω από το Έλος της Αγυιάς. Το ΓΠΣ την προορίζει ως ΖΕΑ για τουριστικές εγκαταστάσεις ενώ το ΡΣΠ ως παραθαλάσσιο προστατευόμενο θύλακα, 2) Την ζώνη προστασίας του Παναχαϊκού όρους και 3) Τον προτεινόμενο υποδοχέα βιοτεχνίας-χονδρεμπορίου στον κόμβο του Γλαύκου και το πολεοδομικό εργαλείο θεσμοθέτησής του. Αντιφάσεις που πιστεύω ότι μπορεί να επιλυθούν με την απαραίτητη συναίνεση κάτι που αντιθέτως είναι πολύ δύσκολο να γίνει με σημαντικές ασυμβατότητες που δημιουργούνται λ.χ. με το Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο Δυτικής Ελλάδος, το οποίο χρήζει αναθεώρησης και τα ΣΧΟΟΑΠ περιφερειακών δήμων (Αντιρρίου, Ναυπάκτου, Ρίου) που προηγούνται χρονικά. Εδώ υπογραμμίζω και την επιτακτική ανάγκη αναθεώρησης των Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού & Αειφόρου Ανάπτυξης έτσι ώστε να υπάρξει μια συνάφεια με τα ΡΣ και τη μεταρρύθμιση του Καλλικράτη.
[6]Ε.Ανδρικοπούλου, Γ.Καυκαλάς, (2000), Ο νέος Ευρωπαϊκός Χώρος. Η διεύρυνση και η γεωγραφία της ευρωπαϊκής ανάπτυξης,Θεμέλιο.
[7]Η αειφορία δίνει μεν έμφαση στην αλληλεξάρτηση φυσικού περιβάλλοντος, κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, δεν μπορεί όμως οι τελευταίες να αναπτύσσονται εις βάρος του πρώτου.
[8]Βλ. ΕΜΠ, Τομέας Πολεοδομίας & Χωροταξίας, Επιστημονική Ημερίδα: «Χωρική Ανάπτυξη, Χωρικές Πολιτικές», 22/3/2010,http://www.sepox.gr
[9] Η μετεξέλιξη του ΕΤΕΡΠΣ, του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων που υποτίθεται ότι θα συλλέγει τα πρόστιμα από τα αυθαίρετα για να τα διοχετεύσει σε πολεοδομικές αποκαταστάσεις